Μήπως πρέπει να ξαναρχίσω να κοιτάζω τα ζώδια;
Κάτι γίνεται αυτή την εποχή, δεν εξηγείται αλλιώς, πολλές συμπτώσεις.
Έχουν μαζευτεί τίποτα περίεργοι πλανήτες στους δίδυμους;
Μέχρι πριν 2 χρόνια ήμουν τρελαμένη με τα ζώδια. Τότε είχα ερωτευτεί ένα τύπο κι έλιωνα, γινόμουν αλοιφή για πάρτη του. Τα ζώδια μου λέγανε τα καλύτερα,
‘ο έρωτας της ζωής σου’ κι αλλά τέτοια … έπεσα με τα μούτρα. Μέσα σε δυο μήνες ο τύπος αποδείχτηκε ο μεγαλύτερος μαλάκας όλων των εποχών!!
Ψώνισα ένα ψιλοέλκος, έκοψα μαχαίρι τα ζώδια κι άρχισα το τσιγάρο!
Δεν έχω ξανακοιτάξει ζώδιο από τότε, τώρα το σκέφτομαι, πρέπει να υπάρχει κάποια εξήγηση, πολλές συμπτώσεις …
1. Δευτέρα πρωί
Ξύπνησα άλλος άνθρωπος, όλα μου φαίνονται πιο ωραία.
Μέχρι το τέλος της βδομάδας θα έχω το μηχανάκι (vespa θέλω).
Ούτε η ξινισμένη μούρη της μάνας με πείραξε, ούτε το ηλίθιο μάτι του αδελφού. Μέχρι και τον Μπάμπη σκέφτομαι να συγχωρήσω, άστον να τσιγαριστεί λίγες μέρες.
Κόβω μέσα από το πάρκο να πάω στην αφετηρία του λεωφορείου, είμαι πρώτη, κάθομαι στη μονή θέση δεξιά του οδηγού, μου αρέσει αυτή η θέση, έχει άπλα και θέα. Έρχονται άλλοι δυο τρεις και μπαίνει ο οδηγός να ξεκινήσει.
Με κοιτάζει, χαμόγελο.
- καλημέρα, πως είμαστε σήμερα, καλά; - καλά ευχαριστώ… (απορία)
Ξεκινάει και συνεχίζει να με κοιτάζει πάνω από τον ώμο του ( κοίτα μπροστά άνθρωπε μου μη χώσεις το λεωφορείο σε καμιά βιτρίνα)
- δεν με θυμάσαι; - όχι, θάπρεπε;
- το Σάββατο που τσακώθηκες, που σου ΄βαλαν χέρι… εγώ οδήγαγα - αα!!
Με τέτοια σύγχυση, που να θυμάμαι. 30αρης, λίγο στρουμπουλός, χαρούμενος τύπος.
- καλά του ΄κανες, - μπορεί λάθος…
- σ΄ έχω ξαναδεί, είσαι τακτική εδώ ε; Δευτέρα – Πέμπτη είμαι πρωινός
- όχι πια, παίρνω βέσπα.
- κρίμα θα σε χάσουμε από πελάτισσα.
Αρχίζει το κήρυγμα: - κράνος, φλας, και μη σε δω να μπαίνεις από δεξιά όταν κατεβάζω κόσμο, έχουν δει τα μάτια μου …
Έρχεται δίπλα ένας παππούς, σηκώνομαι να κάτσει.
(όταν πηγαίνω στη δουλειά σηκώνομαι για κανένα γέρο, όταν γυρίζω είμαι πτώμα, αν βρω θέση – σπάνια-, δεν σηκώνομαι με τίποτα!)
Ο οδηγός κλείνει το μάτι στον παππού. - μακριά απ΄ αυτήν, βαράει άσχημα!!
Ο παππούς με κοιτάζει πατόκορφα, χαμόγελο, ματάκι.
- αν είναι να πάω από το χεράκι της, χαλάλι !!
Γέλια … στέκομαι δίπλα στον οδηγό, με ταράζει στις ερωτήσεις.
- πως σε λένε, τι ζώδιο, που μένεις, σπουδάζεις, δουλεύεις, που συχνάζεις, έχεις φίλο;
- όπα, ηρέμησε μεγάλε … !! θα μου πάρεις και δαχτυλικά αποτυπώματα;
Πετιέται ο παππούς που έχει στήσει αυτί:
- μη του κάνεις τη δύσκολη, μια χαρά παλικάρι είναι…(συμφωνώ) σε βλέπω εγώ, ατίθασο είσαι … μέχρι να βρεθεί κάποιος να σου βάλει το καπίστρι!!
- το ποιο;
- το χαλινάρι!! – α !
Ρε τι κακό που μας βρήκε, μετά την μπούργκα θέλουν να μου βάλουν και χαλινάρι!
Ώρα να φεύγουμε – εδώ κατεβαίνω.
Ο οδηγός μου πασάρει ένα χαρτί – μην το χάσεις!
Κατεβαίνω και περνάω απέναντι, κοιτώ το χαρτί, ένα τηλέφωνο, βγάζει το κεφάλι του από το παράθυρο, - ούτε να το πετάξεις ε;
Γελάει, συμπαθητικός ο χάχας!
Μ΄ αρέσουν οι χαρούμενοι, και οι λίγο στρουμπουλοί δεν με χαλάνε.
Έχω παρατηρήσει ότι υπάρχουν αρκετοί χαρούμενοι στρουμπουλοί και μερικοί είναι και σβέλτοι.
Κάποτε, λόγω αθλητισμού, δεν ανεχόμουν ούτε γραμμάριο παραπάνω ναχει ο άλλος, ήθελα να πιάνω πέτρα, μπούτι, κώλος, πλάτη, στήθος, ήθελα νάναι τοίχος!
Άλλαξα, εντάξει, καλό το σφιχτό, αλλά αν είναι εντάξει ο τύπος τι σημασία έχουν κάτι κιλά παραπάνω, άσε που νομίζω πως οι μπρατσάραδες κάπου χάνουνε, από την πολλή γυμναστική έχει πετρώσει και μυαλό τους.
Να ξαπλώνω πάνω στον άλλο και ας είναι και λίγο αφρολέξ, τι έγινε; Θέλω να ζουλάω και λίγο αφράτο πράμα!!
Μα τι σκέφτομαι η ανάπηρη … έχω αρχίσει, με την φαντασία μου, να χουφτώνω τον οδηγό! Πως τον λένε; Το μαλάκα, ξέχασε να μου πει το όνομα του, ούτε στο χαρτί το γράφει. Σιγά, εκεί θα κολλήσουμε; Άμα θέλω …
Υποψίες: σε πόσες να δίνει το τηλέφωνο του κάθε μέρα;
2. Δευτέρα απόγευμα
Αφού έκλεισε το μαγαζί, η Τζένη μας κράτησε να κάνουμε διάφορες ταχτοποιήσεις.
- μια ωρίτσα βρε κορίτσια! Η μια ώρα έγιναν τρεις και βάλε …
- αυτό λέγεται υπερωρίες Τζένη μου … - θα τα βρούμε Λίτσα μου …
ξέρουμε, ξέρουμε … ‘ βοηθήστε με φτωχοί, να μην γίνω σαν και σας!!’
Φτάνω στη στάση μετά τις 6, πεινάω, ξέχασα να φάω σήμερα.
Πάνω στη στάση είναι ένα μαγαζί με παγωτά ilo ilo, μου έρχεται να πάρω ένα κουβά παγωτό και να τον τσακίσω.
Εκεί που ζαχαρώνω τα παγωτά μια μοτοσικλέτα, που έχει καβαλήσει το πεζοδρόμιο, σταματάει απότομα δίπλα μου. Ο οδηγός της δεν κατεβαίνει αλλά μένει για λίγο να με κοιτάζει μέσα από το κράνος. – τι θέλει πάλι αυτός;
Βγάζει το κράνος και παθαίνω πλάκα!! Είναι ο μαλλιάς!! Ναι, ο μαλλιάς που πλακώθηκα το Σάββατο στο λεωφορείο γιατί μου έπιασε τον κώλο! (ή τελοσπάντων νομίζω πως μου τον έπιασε …)
Μένω άφωνη αλλά το παίζω ψύχραιμη, με είδε, το σκέφτηκε καλύτερα και θέλει να πάρει το αίμα του πίσω για το ρεζιλίκι.
Παίρνω το άγριο μου, κοιταζόμαστε όπως στα καουμπόικα -που έβλεπε ο πατέρας μου στο βίντεο- εκεί που οι μονομάχοι κοιτάζονται άγρια με τις ώρες, πριν αρχίσει να πέφτει το πιστολίδι.
Εδώ θα πέσουν φάπες, κερδίζει το πιο γρήγορο χαστούκι!
( σοβαρέψου, είναι επικίνδυνα τα πράγματα!!)
Δεν είχα προσέξει πόσο ψηλός είναι, πως τόλμησα να τα βάλω μαζί του;
Φαντάσου νεύρα που είχα… έχει και δυο νυχιές στη μούρη, δικές μου θα είναι!
Σκέφτομαι τρόπους απόδρασης. Στα παγωτά είναι μια κοπελίτσα μίση μερίδα,
μπα, όχι θα πάμε άπατες κι οι δυο. Στο Βερόπουλο δίπλα; Καλή ιδέα, θα κυνηγιόμαστε ανάμεσα στα ράφια!
Στην ψησταριά στη γωνία; Καλύτερα … Είναι δυο μουστακαλήδες μέσα, μάλλον θα πάρουν το μέρος μιας αβοήθητης κοπέλας που την κυνηγάει ένας μαλλιάς ένα κεφάλι ψηλότερος!!
Υπάρχει και το τρέξιμο, στα 15 μου έκανα 12’’ στα 100 μέτρα στους πανελλήνιους τελικούς νεανίδων (χάλκινο) … Τώρα πόσο; Μετά από τόσες χιλιάδες τσιγάρα …
Ε, όλο και κάτι θα καταφέρνω, αποκλείεται να με πιάσει. Στο τρέξιμο μου έχω εμπιστοσύνη, μ΄ έχει γλιτώσει κι άλλες φορές ( γκόμενοι, διαδηλώσεις κλπ…)
Και την μοτοσικλέτα να πάρει, δεν θα είναι και τόσο ευκίνητος.
Είναι κι η γωνία Ελ Αλαμέιν και Ηρακλείου, εκεί, συνήθως, όλο και κάποιος μπάτσος υπάρχει, κάποιον είδα και τώρα, μάλλον …
Που κατάντησα … να ψάχνω μπάτσους για προστασία!!
Κάνω να μιλήσω πρώτη, να του σπάσω τον τσαμπουκά, του στυλ: ‘τι θέλεις τώρα ρε, τα ρέστα;’ Όμως με προλαβαίνει και μιλάει πρώτος.
- κερνάω ένα καφέ να λύσουμε την παρεξήγηση! (κοιτάει την βιτρίνα με τα παγωτά) – και παγωτάκι;
Γαμώτο … μου την βγήκε από τ’ αριστερά! Συνεχίζει πριν πω τίποτα.
- είχα δώσει την μηχανή για φτιάξιμο, πάνω από 3 χρόνια είχα να μπω σε λεωφορείο και πέφτω πάνω σου!!
- είδες τι καλά περνάμε εμείς οι επιβάτες; ( ξεθάρρεψα!)
- δεν σου έβαλα εγώ χέρι. - … - δεν με πιστεύεις;
Τώρα τι να του πω; Ότι έχω την υποψία πως έχει δίκιο και πως τζάμπα του έβαλα παράσημα στη μούρη;
- σε είδα πως κάπως ήσουν … λέω νάτος, αυτός είναι!!
- ξαφνιάστηκα, μ΄ άρεσες, σε είδα από τότε που μπήκες και σε χάζευα…
- μπα; κι είπες να βάλεις χέρι στο τοπίο;
- έλα τώρα, είπαμε …
Έρχεται το λεωφορείο κάνω πως θέλω να φύγω αλλά η αλήθεια είναι πως σκέφτομαι την πρόταση του. Με πιάνει από το μπράτσο.
- θα σε πάω εγώ σπίτι σου, θα γλιτώσει και το ξύλο κανένας άλλος ταλαίπωρος στο λεωφορείο !
Χαλαρώνω, με πιάνουν οι ενοχές, να του κάνω τη χάρη;
Με πιάνουν κι οι υποψίες, κι αν παίζει θέατρο; και με πάει σε καμιά έρημη γωνιά και με σαπίσει στο ξύλο; Έχει κάτι ερείπια εργοστάσια εδώ γύρω …
Μου φαίνεται και συμπαθητικός, γενικά δεν μ΄ αρέσουν οι μαλλιάδες αλλά έτσι που το βλέπω με την ωραία κοτσίδα του, καλός είναι …
Δεν γαμιέται λέω, πάμε! Ή μήπως κάνω μαλακία;
Τίποτα το απρόοπτο, κάτσαμε στού Τίλλα στη Φιλαδέλφεια.
- Συγνώμη αλλά πεινάω. Σαβουριάζω, χωρίς ντροπή, 1 κανταΐφι, 1 γαλατομπούρεκο (να θυμηθώ να φτιάξω γαλατομπούρεκο…) ένα παγωτό και ένα φραπόγαλο.
(μην ακούσω μαλακίες για φρεντοτσίνους, φραποτσίνους και μαλακοτσίνους)
Ο Κώστας πίνει φραπέ σκέτο, ευτυχώς. Κώστα τον λένε, είναι μαθηματικός που κόλλησε με τα κομπιούτερ.
- κι εγώ μόλις έγινα μπλοκερού! Καμαρώνω … δεν εντυπωσιάζεται … δεν τον ενδιαφέρουν τα μπλόγκ, εκεί θα κολλήσουμε τώρα;
Εκτός από τις νυχιές στο πρόσωπο και το σχισμένο πουκάμισο, μου δείχνει τη μελανιά που του έκανα στο καλάμι.
-κι εγώ έχω μελανιά στο στήθος από το μπουνοσπρωξίδι, αλλά είμαστε σε δημόσιο χώρο για να σου την δείξω.
- πάμε και σε ιδιωτικό χώρο…
Νατααα μας …, μπήχτης ο Κωστάκης, παραγνωριστήκαμε. Με ξαναπιάνουν οι υποψίες!
Ρε, λες τελικά ,να μου είχε βάλει αυτός χέρι στο λεωφορείο και τώρα το παίζει αλλιώς και κάνει την αθώα; Τελοσπάντων …
Μένει στη Χαλκηδόνα και δουλεύει Χαλάνδρι. Κάθε μέρα κάνουμε ένα μέρος της ίδιας διαδρομής, αυτός μηχανή κι εγώ λεωφορείο, ίσως να ήταν κι από αυτούς που ζήλευα που τους έβλεπα να περνούν με τις μηχανές κι εγώ στριμωγμένη στο λεωφορείο, όχι πια, θα έχω την βέσπα.
Με αρχίζει στις συμβουλές, ως παλιός μηχανόβιος. Έχω να φάω πολύ κήρυγμα, ο καθένας έχει γνώμη, μέχρι κι η Γιώτα το φυτό, είχε άποψη.
Πλάκα - πλάκα κάτσαμε 3 ώρες με τον Κωστάκη. (παρ΄ όλο το μαντραχαλέ του στυλ μου κάνει σε Κωστάκης, όχι Κώστας !! δεν ξέρω γιατί…)
Φεύγουμε, επιμένω και πληρώνει ο καθένας τα δικά του, μην του φορτώσω και τις γουρουνιές μου και του έχω υποχρέωση … σε κάτι τέτοια είμαι πολύ της ισότητας, τρομάρα μου…
Με πάει σπίτι, του δίνω το τελευταίο γατάκι που έκανε η γάτα μας, ο δικός του γάτος την κοπάνησε, το γατί του τραβάει μια γρατσουνιά… γελάει.
- θα το βγάλω Λίτσα!!
Καληνύχτα, φιλί, (στο μάγουλο), φεύγει.
Η μάνα μου με περιμένει, ανάκριση, - ποιος ήταν αυτός;
- χέσε μας βραδιάτικα… - τι έγινε με τον Μπάμπη;
- του έχω δώσει ρεπό…
- τρελάθηκε στα τηλέφωνα, γιατί έχεις κλειστό το κινητό;
- γι αυτό ακριβώς!! Καληνύχτα …
Πέφτω ξερή, τελευταίες σκέψεις:
2 γνωριμίες σήμερα, μήπως η βέσπα δεν συμφέρει;
Με τα λεωφορεία γνωρίζεις κόσμο! …και κωλοδάχτυλα !!
Άσε καλύτερα… βέσπα και πάλι βέσπα.